ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΧΑΙΡΕΤΙΣΕ Η ΠΡΕΣΒΕΙΡΑ ΤΗΣ ΚΟΥΒΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΣΕΛΜΙΣ ΝΤΟΜΙΝΓΚΕΣ ΚΟΡΤΙΝΑ. Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΑΡΑΝΔΡΕΑ ΕΙΧΕ ΩΣ ΕΞΗΣ:
Εδώ στην Καισαριανή, τόπο αγώνων και θυσίας, και σε στιγμές όπως η τωρινή, με αφορμή τα 50 χρόνια από τη δολοφονία του Τσε, η σκέψη πηγαίνει σ’ όλους και όλες, τα εκατομμύρια των εξεγερμένων της εποχής μας και της ιστορίας ολόκληρης που δεν δίστασαν να θυσιάσουν τη ζωή τους για μια καλλίτερη, δικαιότερη κοινωνία για όλους.
Όμως ο Τσέ, στη δικιά μας τουλάχιστον εποχή, ξεχώρισε χάρη στα ιδιαίτερά του χαρακτηριστικά: το συνδυασμό του αυθορμητισμού και της βαθιάς μελέτης, της πρωτοβουλίας και της ικανότητας ένταξης στα πιο πρωτοπόρα τμήματα του λαού - όπου κατάφερνε να καθοδηγεί και να μαθαίνει, να αφομοιώνει τα πιο προοδευτικά στοιχεία στοιχεία που έβγαιναν μέσα από τη λαϊκή πάλη.
Ο Ερνέστο Γκεβάρα ντε λα Σέρνα, συνειδητός κομμουνιστής επαναστάτης, συνεχιστής και διαμορφωτής της διαλεκτικής της μαρξιστικής – λενινιστικής θεωρίας και πράξης, είναι ταυτόχρονα δημιούργημα και δημιουργός της επαναστατικής διαδικασίας στη Κούβα, στη Λ. Αμερική και σ’ ολόκληρο τον κόσμο καθώς οι ίδιες οι συνθήκες και ανάγκες της τον βοήθησαν να καταλάβει και να εφαρμόσει στη πράξη τις νομοτέλειες της σοσιαλιστικής επανάστασης.
Όταν ο Τσε εντάχθηκε στο ένοπλο τμήμα του Κινήματος της 26 Ιούλη που καθοδηγούσε ο Φ. Κάστρο, ήρθε σε επαφή με το πιο μαχητικό τμήμα του κουβανικού προοδευτικού κινήματος, που είχε αφομοιώσει τις εμπειρίες μιας 90χρονης επαναστατικής ιστορίας με αντιαποικιοκρατικά, αστικοδημοκρατικά και αντιιμπεριαλιστικά χαρακτηριστικά. H οικονομική και πολιτική επικυριαρχία των ΗΠΑ, αλλά και η επίδραση των κομμουνιστικών ιδεών, είχαν ωθήσει την πολιτική σκέψη πέρα από τα προοδευτικά αστικά πλαίσια.
Στα 3 κιόλας πρώτα χρόνια μετά τη νίκη, με την ανάπτυξη της λαϊκής πάλης, η Κουβανική επανάσταση μπόρεσε να αντιμετωπίσει με επιτυχία τη ντόπια και εξωτερική οικονομική και στρατιωτική αντίδραση, με αποκορύφωμα τη νίκη στο Κόλπο των Χοίρων. Μπόρεσε να χτυπήσει αποφασιστικά τις οικονομικές δομές του ιμπεριαλιστικού και ντόπιου κεφαλαίου στη πόλη και στην ύπαιθρο και να πάρει τα πρώτα μέτρα για τη βελτίωση του πολιτιστικού και βιοτικού επιπέδου του λαού.
Οι συνθήκες αυτές φαίνεται πως σφυρηλάτησαν στη σκέψη του Τσε Γκεβάρα την οργανική σύνδεση της θεωρίας και πρακτικής του μαρξισμού λενινισμού με τις διαδικασίες, τα ιδιαίτερα προβλήματα και εκφάνσεις μιας επαναστατικής διαδικασίας με στόχο το σοσιαλισμό σε μια χώρα του τρίτου κόσμου, εξαρτημένη από τον ιμπεριαλισμό. Τα μεγάλα θεωρητικά ζητήματα της εποχής: ουσία και ταξικότητα του αστικού κράτους, δυνατότητα ειρηνικής μετάβασης στο σοσιαλισμό, φύση της εκμετάλλευσης στις συνθήκες της νεοαποικιοκρατίας και εξάρτησης, σύνδεση εθνικοαπελευθερωτικού-αντιιμπεριαλιστικού αγώνα και σοσιαλιστικής επανάστασης και οι φορείς τους καθώς και οι πολιτικές και επαναστατικές πρακτικές που τα παραπάνω συνεπάγονται, αντιμετωπίστηκαν από τον Τσε με βάση τις σχετικές αναλύσεις των Μαρξ, Ένγκελς και Λένιν καθώς και τις πιο πρόσφατες εμπειρίες των επαναστατικών κινημάτων, στην Ασία, στην Ευρώπη, την Αφρική και τη Λατινική Αμερική.
Η καθοριστική δράση του Τσε στα πρώτα χρόνια μετά τη νίκη της επανάστασης στην πολιτική πάλη και στους τομείς των εξωτερικών σχέσεων και της οικονομίας βασίστηκε και πάλι στις κλασσικές αναλύσεις για το σοσιαλιστικό κράτος και τη δικτατορία του προλεταριάτου, με την μαρξιστική έννοια του όρου. Έννοια που εκφράζει την πολιτική κυριαρχία της εργατικής τάξης και που συμπληρώνεται από τη μεγαλύτερη δυνατή ανάπτυξη της δημοκρατίας για τη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών και τη συνειδητή συμμετοχή του λαού στη διαμόρφωση και λήψη των αποφάσεων, στον ουσιαστικό έλεγχο του κόμματος και της κυβέρνησης. Προσπάθησε πολύ ώστε να διατηρηθεί μετά τις πρώτες στιγμές της επαναστατικής έξαρσης, αναλλοίωτη η ζωντάνια του λαού με την αποφυγή λαθών που απομακρύνουν τις μάζες, την αντιμετώπιση κρατικιστικών και γραφειοκρατικών μεθόδων, και την ανάπτυξη των καλλίτερων χαρακτηριστικών των ανθρώπων που εκφράζονται με τη συνειδητή συμμετοχή στα κοινά, τη συνειδητή εργασία, τον αλτρουϊσμό, την έμπρακτη διεθνιστική αλληλεγγύη.
Σύμφυτες με τα παραπάνω είναι οι ιδέες του για την οργάνωση της σοσιαλιστικής οικονομίας και την ανάπτυξη της κοινωνικής συνείδησης. (Βλέπε και το άρθρο του «Σχεδιασμός και συνείδηση κατά τη μετάβαση στον σοσιαλισμό»).
Σε αντίθεση με τον καπιταλισμό όπου τρόπος και σχέσεις παραγωγής είχαν ήδη αναπτυχθεί μέσα στα πλαίσια της φεουδαρχίας, οι σοσιαλιστικές σχέσεις παραγωγής αρχίζουν να εγκαθίστανται μετά την κατάληψη της εξουσίας από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της. Κατά συνέπεια, η κοινωνική συνείδηση, ακόμα και των επαναστατών είναι, σε μεγάλο τουλάχιστον βαθμό, διαμορφωμένη στη βάση της ατομικής καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, της αποξένωσης των παραγωγών από τα μέσα παραγωγής και από το προϊόν της εργασίας τους, στη βάση του εμπορευματικού χαρακτήρα της παραγωγής και των ανταγωνιστικών σχέσεων. Από εδώ προκύπτει μια αντίθεση ανάμεσα στις νέες σχέσεις παραγωγής και στη κοινωνική συνείδηση του λαού που επιτείνεται από τις οικονομικές δυσκολίες και την διατήρηση σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό καπιταλιστικών δομών σε τομείς της οικονομίας καθώς και των εμπορευματικών σχέσεων. Σύμφωνα με τον Τσε:
«Η νέα κοινωνία που διαμορφώνεται πρέπει να ανταγωνιστεί σκληρά με το παρελθόν. Το παρελθόν δεν γίνεται αισθητό μόνο στην ατομική συνείδηση- πάνω στην οποία βαραίνουν ακόμα τα κατάλοιπα μιας διαπαιδαγώγησης που συστηματικά προσανατολίζεται στην απομόνωση του ατόμου – αλλά επίσης στον ίδιο το χαρακτήρα αυτής της μεταβατικής περιόδου κατά την οποία διατηρούνται οι εμπορευματικές σχέσεις. Το εμπόρευμα αποτελεί το οικονομικό κύτταρο της καπιταλιστικής κοινωνίας. Όσο υπάρχει, οι επιδράσεις του θα γίνονται αισθητές στην οργάνωση της παραγωγής και, κατά συνέπεια, στη συνείδηση».
Οι απόψεις του Τσε βρίσκονταν στον αντίποδα των κυρίαρχων τάσεων στην Σοβιετική Ένωση και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες όπου είχε ήδη αρχίσει να αναπτύσσεται το μοντέλο της οικονομικής αυτοδιαχείρισης των επιχειρήσεων, η επέκταση των υλικών κινήτρων για τη βελτίωση της παραγωγής και η χρησιμοποίηση του νόμου της αξίας και των εμπορευματικών σχέσεων ανάμεσα στις επιχειρήσεις. Η άποψή του πως μια τέτοια προσέγγιση οδηγεί νομοτελειακά στην «πλήρη εμπορευματοποίηση, δηλαδή στην επιστροφή στις καπιταλιστικές σχέσεις», δυστυχώς επιβεβαιώθηκε.
Ο Τσε προώθησε ένα άλλο μοντέλο, το «προϋπολογιστικό σύστημα χρηματοδότησης» με συγκεντροποίηση της διεύθυνσης του συνόλου των κλάδων της οικονομίας, αύξηση της συμμετοχής των εργαζομένων στη λήψη των αποφάσεων και τον έλεγχο καθώς και με σταδιακή μείωση των υλικών κινήτρων προς όφελος των ηθικών, στη βάση της ανάπτυξης σοσιαλιστικής κοινωνικής συνείδησης. Βλέπουμε επομένως πως προσπάθησε να λύσει την παραπάνω αντίθεση κατανοώντας πως στην προσπάθεια για τη δημιουργία της καινούργιας κοινωνίας είναι αναγκαία η συνειδητή στάση του ανθρώπου. Με τα λόγια του: «Ο άνθρωπος είναι ο συνειδητός πρωταγωνιστής της ιστορίας. Δίχως αυτή τη συνείδηση, που περιλαμβάνει τη συνείδησή του ως κοινωνικό ον, δεν είναι δυνατόν να υπάρξει κομμουνισμός».
Ο Τσε ήταν ένα αδέσμευτο πνεύμα. Η μόνη του δέσμευση ήταν η επανάσταση, η προσφορά με κάθε τρόπο στην ανάπτυξη επαναστατικής συνείδησης, της επαναστατικής διαδικασίας. Η δέσμευση αυτή, ξεκινώντας από ένα εφηβικό ρομαντισμό, αναπτύχθηκε μέσα από τη συμμετοχή του στην Κουβανική Επανάσταση, μέσα στην οργανωμένη πάλη με τη καθοδήγηση του Φιντέλ Κάστρο, μέσα στη γοργή μετατροπή της επανάστασης από αντιιμπεριαλιστική σε σοσιαλιστική.
Ήταν ένας άνθρωπος – και εδώ χρησιμοποιώ, αλλάζοντας πρόσωπο, τα λόγια από το γράμμα που έστειλε στα παιδιά του λίγο πριν τη δολοφονία του, – που αισθανόταν όσο πιο βαθιά μπορούσε κάθε αδικία που γινόταν απέναντι σ’ οποιονδήποτε, σ’ οποιαδήποτε χώρα του κόσμου. Έτσι συναίσθημα και λογική ενωμένα τον οδηγούσαν, με απόλυτη συνέπεια, στη δράση, στην ένοπλη επαναστατική δράση ενάντια στον ιμπεριαλισμό σ’ όποιο μέρος του κόσμου.
Μπαίνοντας με τον Φιντέλ και τους άλλους συντρόφους μέσα στη Γκράνμα, πολεμώντας στο Κογκό και στη Βολιβία, ο Τσε είχε απόλυτη συναίσθηση του κινδύνου.
Το μήνυμά του στη Τρικοντινεντάλ, που δημοσιεύτηκε την άνοιξη του 1967, 6 μήνες πριν το θάνατό του, τελειώνει με τα παρακάτω λόγια:
Αν εμείς, σε ένα μικρό μέρος του παγκόσμιου χάρτη, αποδειχτούμε ικανοί να επιτελέσουμε το καθήκον μας θέτοντας στη διάθεση αυτής της πάλης ότι μας είναι επιτρεπτό να δώσουμε: τις ζωές μας, τη θυσία μας· και αν κάποτε πρέπει να αφήσουμε την τελευταία μας πνοή σε κάποια γη, που θα είναι πια δικιά μας αφού θα έχει ποτιστεί με το αίμα μας, τότε μάθετε ότι έχουμε μετρήσει καλά το μπόι μας και πως πιστεύουμε ότι δεν είμαστε παρά μόνο ένα κομμάτι του μεγάλου στρατού του προλεταριάτου. Είμαστε ωστόσο περήφανοι γιατί διδαχτήκαμε από την κουβανική Επανάσταση και από τον αρχηγό της το μεγάλο μάθημα που ξεπήδησε από τη δράση και τη στάση του σ’ αυτή τη μεριά της γης:
« Τι σημασία έχουν οι κίνδυνοι ή οι θυσίες ενός ανθρώπου ή ενός έθνους όταν απειλείται το μέλλον της ανθρωπότητας ; »
Όλη μας η δράση είναι μια κραυγή πολέμου ενάντια στον ιμπεριαλισμό και μια παλλόμενη έκκληση για την ενότητα των λαών ενάντια στο μεγάλο εχθρό του ανθρώπινου γένους: τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Δεν έχει σημασία που θα μας βρει ο θάνατος: θα είναι καλοδεχούμενος, φτάνει ν΄ ακουστεί η πολεμική μας κραυγή, φτάνει ένα άλλο χέρι ν΄ απλωθεί για να πάρει το όπλο μας, φτάνει άλλοι άνθρωποι να σηκωθούν για να ψάλλουν τα πένθιμα εμβατήρια με το κροτάλισμα των πολυβόλων και με νέες ιαχές μάχης και νίκης.